29 Αυγούστου 2016

Ο λαός στα κάγκελα και η Γεροβασίλη τον ειρωνεύεται ! Δεν έγινε και καμμιά καταστροφή

Προκαλεί κιόλας για τον ΕΝΦΙΑ η Γεροβασίλη! Δεν ήρθε και καμία καταστροφή…

Την ίδια στιγμή, που πολλοί πολίτες είναι στα «κάγκελα» με τον ΕΝΦΙΑ, που ήρθε να προστεθεί στα άλλα «δυσβάσταχτα» μέτρα είτε φόρων είτε περικοπών η κυβερνητική εκπρόσωπος Όλγα Γεροβασίλη, θέλοντας να δικαιολογήσει το γεγονός ότι δεν καταργήθηκε, παρά τα περί του αντιθέτου λεγόμενα του Αλ. Τσίπρα, ανέφερε πως «η καταστροφή που είχε προαναγγελθεί δεν την είδαμε…».

Αρχικά, ενόψει της αυριανής δημοπρασίας για τις τηλεοπτικές συχνότητες, η κ. Γεροβασίλη ρωτήθηκε πότε θα σταματήσουν να εκπέμπουν όσα κανάλια δεν πάρουν άδεια. «Προβλέπεται ότι θα υπάρχει ένας χρόνος προσαρμογής, ανάλογα με το ποιοι θα πάρουν και άδειες. Θα είναι μέχρι 90 μέρες μάξιμουμ και όποιος δεν έχει άδεια δεν θα μπορεί να εκπέμψει», τόνισε.

Στο μέτωπο της Οικονομίας  και για το αν θα καταρτιστεί μονομερώς το μεσοπρόθεσμο, η κυβερνητική εκπρόσωπος υπογράμμισε: «υλοποιούμε όλα όσα έχουμε συμφωνήσει και πιστεύουμε ότι και οι εταίροι θα κάνουν το ίδιο.  Είμαστε στην υλοποίηση της συμφωνίας. Οι μονομερείς ενέργειες δεν νομίζω ότι είναι στόχος. Ξεκινάει και οργανώνεται μία τέτοια συζήτηση (για τα πλεονάσματα). Η κυβέρνηση με αποδείξεις έχει μειώσει τα προηγούμενα συμφωνημένα πλεονάσματα. Το 3,5% δεν μπορεί να διατηρηθεί μακροπρόθεσμα. Θα πρέπει να ακούσουμε από τον κ. Μητσοτάκη τι έχει να πει για τα πλεονάσματα που είχε συμφωνήσει ο κ. Σαμαράς».
Σε ό,τι αφορά στον «κόφτη», η κ. Γεροβασίλη σημείωσε πως «κίνδυνος για τον κόφτη δεν υπάρχει, δεν θα έρθει τίποτα καινούργιο πλην των ήδη γνωστών».
Με αφορμή τις συναντήσεις Μοσκοβισί με το Οικονομικό επιτελείο, η κ. Γεροβασίλη προανήγγειλε ότι θα συσταθεί ένα όργανο μεταξύ Αθήνας-Βρυξελλών για γρήγορη διαχείριση στα όποια προβλήματα της διαπραγμάτευσης.

Όπως είπε «Θα συζητήσουν το περίγραμμα μιας πορείας, αλλά είναι σημαντικό και η δημιουργία ενός συστήματος γρήγορης διαχείρισης κρίσης για τα προβλήματα στη διαπραγμάτευση. Θα μιλούν απευθείας», είπε, και όπως ανέφερε η κυβερνητική εκπρόσωπος  αυτό δείχνει την «αποφασιστικότητα με την οποία δρουν οι εταίροι και η δημιουργία αυτού του συστήματος επικοινωνίας σε ζητήματα κρίσης δείχνει το διαφορετικό κλίμα. Και να είμαστε αποτελεσματικοί και να γίνει γρήγορα (σς η αξιολόγηση).
«Δεν πάγωσε καμία συζήτηση. Προς το παρόν η συζήτηση ξεκίνησε. Είδαμε κάποιες νευρικές αντιδράσεις και στο εσωτερικό και στο εξωτερικό. Ελπίζουμε όλοι αυτοί να έχουν εμπιστοσύνη στην ελληνική δικαιοσύνη και στις αποφάσεις της», ανέφερε η κυβερνητική εκπρόσωπος για το επίμαχο θέμα της ΕΛΣΤΑΤ και τη διαμάχη που προηγήθηκε.
Ερωτηθείσα πάντως, εαν η καταδίκη Γεωργίου θα σημαίνει αμφισβήτηση των στοιχείων η κ. Γεροβασίλη απάντησε: «εάν υποθέσουμε κάτι τέτοιο θα πρέπει να τα αναλύσουμε και πολιτικά περαιτέρω. Η χώρα βρίσκεται σε μνημόνιο. Εάν υποθέσουμε ότι κάτι δεν πάει καλά θα έχει ένα ενδιαφέρον». Όσο για το αν η κυβέρνηση μπορεί να διεκδικήσει κάτι περαιτέρω ήταν σαφής υπογραμμίζοντας ότι  «δεν έχουμε μπει σε τέτοια συζήτηση» και ότι εφαρμόζεται το πρόγραμμα.

Επιπλέον, διευκρίνισε ότι «οποιαδήποτε παρέμβαση είναι παρέμβαση στην ελληνική Δικαιοσύνη. Εμείς αφήνουμε τη Δικαιοσύνη να λειτουργήσει ανεξάρτητα».
Απαντήσεις έδωσε και για τις ιδιωτικοποιήσεις η Όλγα Γεροβασίλη. Εμφανίστηκε κατηγορηματική ότι «οι ιδιωτικοποιήσεις που έχουν συμφωνηθεί θα υλοποιηθούν. Προσπαθούμε να βελτιώσουμε τις συμφωνίες με γνώμονα το δημόσιο συμφέρον», είπε και σχολιάζοντας τη διαμάχη Σκουρλέτη- Πιτσιόρλα αρκέστηκε να σχολιάσει ότι «την αγωνία των υπουργών να βελτιώσουν συμβάσεις  την κατανοούμε απολύτως».
«Στο επόμενο διάστημα γίνεται επεξεργασία να αντικατασταθεί ο ΕΝΦΙΑ με φόρο ακίνητης περιουσίας, αυτός είναι ο στόχος», ανέφερε η κ. Γεροβασίλη.

Όπως τόνισε «η καταστροφή που είχε προαναγγελθεί δεν την είδαμε. Ξεχνάμε τις εκλογές που έγιναν πέρυσι με ψηφισμένη συμφωνία με 221 βουλευτές, ψήφισαν την παραμονή του ΕΝΦΙΑ. Ο ελληνικός λαός επέλεξε να διαχειριστούμε την Ελλάδα μέσα σ’ αυτή τη δύσκολη συγκυρία. Η ΝΔ έλεγε ότι ήταν ένας δίκαιος φόρος. Το 92% θα πληρώσουν -κάποιοι μέσα σ’ αυτούς έχουν αύξηση μέχρι 10 ευρώ- μέχρι και 300 ευρώ λιγότερο. Αυξημένος είναι σε κάποιες μονοκατοικίες, Κολωνάκι, Ψυχικό και Γλυφάδα».

Ο γάιδαρος του Χότζα και τα 3μνημόνια


donkey
Ο Χότζα είχε ένα γάιδαρο που έβαζε πλάτη και βγαίνανε οι βαριές δουλειές, έβγαζε κάποιο κέρδος και ο Χότζας από το γαϊδαράκο κι έδινε στο τελευταίο λίγο σανό κάθε μέρα για να τον έχει και την επόμενη στο πόδι για τη δουλειά. Έτσι συνεχίζονταν η ζωή τους κι όλα δούλευαν ρυθμισμένα με μοιρασμένους τους ρόλους.
Οι δουλειές του Χότζα όμως άρχισαν να μην πηγαίνουν καλά και να μειώνονται τα κέρδη του. Απέκτησε κι ανταγωνιστές στη δουλειά και τα πράγματα άρχισαν να γίνονται χειρότερα. Σκέφτηκε ότι έπρεπε να συμμαζέψει τα οικονομικά του για να συγκρατήσει τη μείωση των κερδών του. Μείωσε τη τροφή του γαΙδαράκου, ενώ τον υποχρέωσε να δουλεύει και περισσότερες ώρες.
Οι δουλειές και τα κέρδη δεν αυγάτυναν όμως κι ο Χότζας συνέχιζε κάθε μέρα την περικοπή της τροφής του γάιδαρου μέχρι που σταμάτησε να τον ταΐζει εντελώς.
Μια μέρα ο γάιδαρος δεν άντεξε και τα τίναξε. Ο Χότζα όλο «παράπονο» μονολόγησε: «Για δες ατυχία, τώρα που ο γάιδαρος έμαθε να μην τρώει, ψόφησε» …
Όποιος επινόησε την ιστορία με το Χότζα δεν τυχαία έβαλε στη θέση του εργάτη που παράγει τον υπομονετικό γαϊδαράκο που αγόγγυστα δούλεψε και καρτερικά κι αδιαμαρτύρητα αντιμετώπισε τη συνεχή μείωση της τροφής του μέχρι που τα τίναξε.
Αυτό το «διδακτικό» και αισιόδοξο σενάριο έχουν στο μυαλό τους όλοι όσοι σχεδιάζουν μνημόνια και λιτότητα κι οι πολιτικοί διαχειριστές τους που τα εκτελούνε.
Έχουν δίκιο, έτσι τέλειωσε η ιστορία του Χότζα με το γάιδαρό του. Η ιστορία όμως της μεγάλης εργαζόμενης πλειοψηφίας με το κεφάλαιο δεν θα τελειώσει έτσι. Τα «γαϊδούρια» όταν ξεσηκώνονται κλωτσάνε άγρια. Κλωτσάνε πολύ. Κανένας δεν μπορεί να μπει μπροστά και να τα συγκρατήσει … Έχουν να πέσουν πολλές κλωτσιές!

Οταν ο Τσακαλώτος διαδήλωνε για την κατάργηση του ΕΝΦΙΑ [ΕΙΚΟΝΕΣ]

Ο ΕΝΦΙΑ ήρθε φέτος με αυξήσεις για πάνω από 2 εκ. πολίτες. Ωστόσο το...μακρινό 2014, ο σημερινός υπουργός Οικονομικών Ευκλείδης Τσακαλώτος διαδήλωνε στη Θεσσαλονίκη

otan-o-tsakalwtos-diadilwne-gia-tin-katargisi-tou-enfia-eikones

Βαρύς ήταν ο πέλεκυς του φετινού ΕΝΦΙΑ, καθώς πάνω από 2 εκατομμύρια πολίτες πληρώνουν περισσότερα σε σχέση με πέρυσι. Αποτέλεσμα ήταν τα social media να ''πάρουν φωτιά'' και να επικρίνουν δριμύτατα την κυβέρνηση Τσίπρα, μαζί και τον υπουργό Οικονομικών Ευκλείδη Τσακαλώτο.
Και μπορεί πλέον η κυβέρνηση να έχει αποδεχθεί κανονικά τον ΕΝΦΙΑ, ωστόσο το...μακρινό -πολιτικά- 2014, διαδήλωνε εναντίον και κορυφαία σημερινά στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ ζητούσαν την κατάργηση του.
Ενας από αυτούς που διαμαρτύρονταν, ήταν και ο Ευκλείδης Τσακαλώτος, ο οποίος το 2014 είχε παρευρεθεί σε εκδήλωση διαμαρτυρίας κατά του ΕΝΦΙΑ στη ΔΟΥ Αμπελοκήπων Θεσσαλονίκης.

φωτο: alterthess.gr
thetoc

Καμμένος: Δεν θα πληρώσω τον ΕΝΦΙΑ

καμμενος

Τα ραβασάκια του ΕΝΦΙΑ έχουν φτάσει ως μετεκλογικό δώρο στους πολίτες. Καμιά αλλαγή, ο ίδιος και απαράλλαχτος φόρος που σχεδίασε η κυβέρνηση Σαμαρα είναι εδώ, με την κυβέρνηση να προσεύχεται να αποδώσει το ποσό που έχει προϋπολογιστεί και να πληρώσουν φυσικά όλοι οι πολίτες.

Έχουν περάσει οι εποχές που ο Πάνος Καμμένος… με το γνωστό ύφος έλεγε ότι δεν θα πληρώσει ΕΝΦΙΑ… Το βίντεο ευτυχώς υπάρχει για να θυμίζει τις μεταμορφώσεις των πολιτικών που σε λίγους μήνες κατάπιαν την μνημονιακή κάμηλο…


ΔΕΙΤΕ Το βίντεο που θα ήθελε να εξαφανίσει ο Καμμένος : «Δεν θα πληρώσω ΕΝΦΙΑ»


                                      .





 thecaller.gr

Αυτός είναι ολόκληρος ο Εθνικός Ύμνος της Ελλάδας

Αυτός είναι ολόκληρος ο Εθνικός Ύμνος της Ελλάδας

Αυτός είναι ολόκληρος ο Εθνικός Ύμνος της Ελλάδας
Τον Εθνικό Ύμνο της Ελλάδος αποτελούν οι δύο πρώτες στροφές του ποιήματος "Ύμνος εις την Ελευθερίαν".
Γράφτηκε το Μάιο του 1823 στη Ζάκυνθο από τον ποιητή Διονύσιο Σολωμό. Ένα χρόνο αργότερα δημοσιεύτηκε στο Μεσολόγγι και τον ίδιο χρόνο ο Φωριέλ το συμπεριέλαβε στη συλλογή των ελληνικών δημοτικών τραγουδιών.
AdTech Ad
Το 1828, ο Νικόλαος Μάντζαρος, κερκυραίος μουσικός και φίλος του Σολωμού, μελοποίησε το ποίημα, με βάση λαϊκά μοτίβα, για τετράφωνη ανδρική χορωδία, αλλά όχι ως εμβατήριο. Έκτοτε ο "Ύμνος εις την Ελευθερίαν" ακουγόταν τακτικά σε εθνικές γιορτές.
Το ποίημα "Ύμνος εις την Ελευθερία" αποτελείται από 158 τετράστιχες στροφές από αυτές οι 24 πρώτες στροφές καθιερώθηκαν ως Εθνικός Ύμνος, το 1865.
Από αυτές οι δυο πρώτες είναι εκείνες που ανακρούονται και συνοδεύουν πάντα την έπαρση και την υποστολή της σημαίας και ψάλλονται σε επίσημες στιγμές και τελετές. Κατά τη διάρκεια της ανάκρουσης αποδίδονται τιμές χαιρετισμού.

Σε γνωρίζω από την κόψη του σπαθιού την τρομερή,
σε γνωρίζω από την όψη που με βία μετράει τη γη.
Απ' τα κόκαλα βγαλμένη των Ελλήνων τα ιερά,
και σαν πρώτα ανδρειωμένη, χαίρε, ω χαίρε, Ελευθεριά!
Εκεί μέσα εκατοικούσες πικραμένη, εντροπαλή,
κι ένα στόμα εκαρτερούσες, «έλα πάλι», να σου πεί.
'Αργειε νάλθει εκείνη η μέρα κι ήταν όλα σιωπηλά,
γιατί τά 'σκιαζε η φοβέρα και τα πλάκωνε η σκλαβιά.
Δυστυχής! Παρηγορία μόνη σού έμενε να λές
περασμένα μεγαλεία και διηγώντας τα να κλαις.
Κι ακαρτέρει κι ακαρτέρει φιλελεύθερη λαλιά
το ένα εκτύπαε τ' άλλο χέρι από την απελπισιά
Κι έλεες: «Πότε, α, πότε βγάνω το κεφάλι από τσ' ερμιές;».
Και αποκρίνοντο από πάνω κλάψες, άλυσες, φωνές.
Τότε εσήκωνες το βλέμμα μες στα κλάιματα θολό,
και εις το ρούχο σου έσταζ' αίμα πλήθος αίμα ελληνικό.
Με τα ρούχα αιματωμένα ξέρω ότι έβγαινες κρυφά
να γυρεύεις εις τα ξένα άλλα χέρια δυνατά.
Μοναχή το δρόμο επήρες, εξανάλθες μοναχή·
δεν είν' εύκολες οι θύρες εάν η χρεία τες κουρταλεί.
'Αλλος σου έκλαψε εις τα στήθια, αλλ' ανάσαση καμμιά·
άλλος σου έταξε βοήθεια και σε γέλασε φρικτά.
΄Αλλοι, οϊμέ, στη συμφορά σου οπού εχαίροντο πολύ,
«σύρε νά 'βρεις τα παιδιά σου, σύρε», έλεγαν οι σκληροί.
Φεύγει οπίσω το ποδάρι και ολογλήγορο πατεί
ή την πέτρα ή το χορτάρι που τη δόξα σού ενθυμεί.
Ταπεινότατη σου γέρνει η τρισάθλια κεφαλή,
σαν πτωχού που θυροδέρνει κι είναι βάρος του η ζωή.
Ναι, αλλά τώρα αντιπαλεύει κάθε τέκνο σου με ορμή,
πού ακατάπαυστα γυρεύει ή τη νίκη ή τη θανή.
Απ' τα κόκαλα βγαλμένη των Ελλήνων τα ιερά,
και σαν πρώτα ανδρειωμένη, χαίρε, ω χαίρε, Ελευθεριά!
Μόλις είδε την ορμή σου ο ουρανός που για τσ' εχθρούς
εις τη γη τη μητρική σου έτρεφ' άνθια και καρπούς,
εγαλήνεψε· και εχύθει καταχθόνια μια βοή,
και του Ρήγα σού απεκρίθη πολεμόκραχτη η φωνή.
΄Ολοι οι τόποι σου σ' εκράξαν χαιρετώντας σε θερμά,
και τα στόματα εφωνάξαν όσα αισθάνετο η καρδιά.
Εφωνάξανε ως τ' αστέρια του Ιονίου και τα νησιά,
κι εσηκώσανε τα χέρια για να δείξουνε χαρά,
μ' όλον πού 'ναι αλυσωμένο το καθένα τεχνικά,
και εις το μέτωπο γραμμένο έχει: «Ψεύτρα Ελευθεριά».
Γκαρδιακά χαροποιήθει και του Βάσιγκτον η γη,
και τα σίδερα ενθυμήθει που την έδεναν κι αυτή.
Απ' τον πύργο του φωνάζει, σα να λέει σε χαιρετώ,
και τη χήτη του τινάζει το λιοντάρι το Ισπανό.
Ελαφιάσθη της Αγγλίας το θηρίο, και σέρνει ευθύς
κατά τ' άκρα της Ρουσίας τα μουγκρίσματα τσ' οργής.
Εις το κίνημα του δείχνει πως τα μέλη ειν' δυνατά·
και στου Αιγαίου το κύμα ρίχνει μια σπιθόβολη ματιά.
Σε ξανοίγει από τα νέφη και το μάτι του Αετού,
που φτερά και νύχια θρέφει με τα σπλάχνα του Ιταλού·
και σ' εσέ καταγυρμένος, γιατί πάντα σε μισεί,
έκρωζ' έκρωζ' ο σκασμένος, να σε βλάψει, αν ημπορεί.
΄Αλλο εσύ δεν συλλογιέσαι πάρεξ που θα πρωτοπάς·
δεν μιλείς και δεν κουνιέσαι στες βρισιές οπού αγρικάς·
σαν το βράχο οπού αφήνει κάθε ακάθαρτο νερό
εις τα πόδια του να χύνει ευκολόσβηστον αφρό·
οπού αφήνει ανεμοζάλη και χαλάζι και βροχή
να του δέρνουν τη μεγάλη, την αιώνιαν κορυφή.
Δυστυχιά του, ω, δυστυχιά του, οποιανού θέλει βρεθεί
στο μαχαίρι σου αποκάτου και σ' εκείνο αντισταθεί.
Το θηρίο π' ανανογιέται πως του λείπουν τα μικρά,
περιορίζεται, πετιέται, αίμα ανθρώπινο διψά·
τρέχει, τρέχει όλα τα δάση, τα λαγκάδια, τα βουνά,
κι όπου φθάσει, όπου περάσει, φρίκη, θάνατος, ερμιά·
Ερμιά, θάνατος και φρίκη όπου επέρασες κι εσύ·
ξίφος έξω από τη θήκη πλέον ανδρείαν σου προξενεί.
Ιδού, εμπρός σου ο τοίχος στέκει της αθλίας Τριπολιτσάς·
τώρα τρόμου αστροπελέκι να της ρίψεις πιθυμάς.
Μεγαλόψυχο το μάτι δείχνει πάντα οπώς νικεί,
κι ας ειν' άρματα γεμάτη και πολέμιαν χλαλοή.
Σου προβαίνουνε και τρίζουν για να ιδείς πως ειν' πολλά·
δεν ακούς που φοβερίζουν άνδρες μύριοι και παιδιά;
Λίγα μάτια, λίγα στόματα θα σας μείνουνε ανοιχτά.
για να κλαύσετε τα σώματα που θε νά 'βρει η συμφορά!
Κατεβαίνουνε, και ανάφτει του πολέμου αναλαμπή·
το τουφέκι ανάβει, αστράφτει, λάμπει, κόφτει το σπαθί.
Γιατί η μάχη εστάθει ολίγη; Λίγα τα αίματα γιατί;
Τον εχθρό θωρώ να φύγει και στο κάστρο ν' ανεβεί.
Μέτρα! Ειν' άπειροι οι φευγάτοι, οπού φεύγοντας δειλιούν·
τα λαβώματα στην πλάτη δέχοντ', ώστε ν' ανεβούν.
Εκεί μέσα ακαρτερείτε την αφεύγατη φθορά·
να, σας φθάνει· αποκριθείτε στης νυκτός τη σκοτεινιά!
Αποκρίνονται και η μάχη έτσι αρχίζει, οπού μακριά
από ράχη εκεί σε ράχη αντιβούιζε φοβερά.
Ακούω κούφια τα τουφέκια, ακούω σμίξιμο σπαθιών,
ακούω ξύλα, ακούω πελέκια, ακούω τρίξιμο δοντιών.
Α, τι νύκτα ήταν εκείνη που την τρέμει ο λογισμός!
΄Αλλος ύπνος δεν εγίνει πάρεξ θάνατου πικρός.
Της σκηνής η ώρα, ο τόπος, οι κραυγές, η ταραχή,
ο σκληρόψυχος ο τρόπος του πολέμου, και οι καπνοί,
και οι βροντές και το σκοτάδι οπού αντίσκοφτε η φωτιά,
επαράσταιναν τον ΄Αδη που ακαρτέρειε τα σκυλιά·
Τ' ακαρτέρειε. Εφαίνον' ίσκιοι αναρίθμητοι, γυμνοί,
κόρες, γέροντες, νεανίσκοι, βρέφη ακόμη εις το βυζί.
'Ολη μαύρη μυρμηγκιάζει, μαύρη η εντάφια συντροφιά,
σαν το ρούχο οπού σκεπάζει τα κρεβάτια τα στερνά.
Τόσοι, τόσοι ανταμωμένοι επετιούντο από τη γη,
όσοι ειν' άδικα σφαγμένοι από τούρκικην οργή.
Τόσα πέφτουνε τα θερισμένα αστάχια εις τους αγρούς·
σχεδόν όλα εκειά τα μέρη εσκεπάζοντο απ' αυτούς.
Θαμποφέγγει κανέν' άστρο και αναδεύοντο μαζί,
ανεβαίνοντας το κάστρο με νεκρώσιμη σιωπή.
'Ετσι χάμου εις την πεδιάδα μες στο δάσος το πυκνό,
όταν στέλνει μίαν αχνάδα μισοφέγγαρο χλωμό,
Eάν οι άνεμοι μες στ' άδεια τα κλαδιά μουγκοφυσούν,
σειούνται, σειούνται τα μαυράδια, οπού οι κλώνοι αντικτυπούν.
Με τα μάτια τους γυρεύουν όπου είν' αίματα πηχτά,
και μες στα αίματα χορεύουν με βρυχίσματα βραχνά·
και χορεύοντας μανίζουν εις τους ΄Ελληνες κοντά,
και τα στήθια τους εγγίζουν με τα χέρια τα ψυχρά.
Εκειό το έγγισμα πηγαίνει βαθειά μες στα σωθικά,
όθεν όλη η λύπη βγαίνει και άκρα αισθάνονται ασπλαχνιά.
Τότε αυξαίνει του πολέμου ο χορός τρομακτικά,
σαν το σκόρπισμα του ανέμου στου πελάου τη μοναξιά.
Κτυπούν όλοι απάνου κάτου· κάθε κτύπημα που εβγεί
είναι κτύπημα θανάτου χώρις να δευτερωθεί.
Κάθε σώμα ιδρώνει, ρέει·λες κι εκείθενε η ψυχή
απ' το μίσος που την καίει πολεμάει να πεταχθεί.
Της καρδίας κτυπίες βροντάνε μες στα στήθια τους αργά,
και τα χέρια όπου χουμάνε περισσότερο ειν' γοργά.
Ουρανός γι' αυτούς δεν είναι, ουδέ πέλαγο, ουδέ γη·
γι' αυτούς όλους το παν είναι μαζωμένο αντάμα εκεί.
Τόση η μάνητα κι η ζάλη, που στοχάζεσαι μη πως
από μία μεριά και απ' άλλη δεν είν΄ ένας ζωντανός.
Κοίτα χέρια απελπισμένα πώς θερίζουνε ζωές!
Χάμου πέφτουνε κομμένα χέρια, πόδια, κεφαλές,
και παλάσκες και σπαθία με ολοσκόρπιστα μυαλά,
και με ολόσχιστα κρανία, σωθικά λαχταριστά.
Προσοχή καμία δεν κάνει κανείς, όχι, εις τη σφαγή·
πάνε πάντα εμπρός. Ω, φθάνει, φθάνει· έως πότε οι σκοτωμοί;
Ποιος αφήνει εκεί τον τόπο, πάρεξ όταν ξαπλωθεί;
Δεν αισθάνονται τον κόπο και λες κι είναι εις την αρχή.
Ολιγόστευαν οι σκύλοι, και «Αλλά», εφώναζαν, «Αλλά»,
και των Χριστιανών τα χείλη «φωτιά», εφώναζαν, «φωτιά».
Λιονταρόψυχα, εκτυπιούντο, πάντα εφώναζαν «φωτιά»,
και οι μιαροί κατασκορπιούντο, πάντα σκούζοντας «Αλλά».
Παντού φόβος και τρομάρα και φωνές και στεναγμοί·
παντού κλάψα, παντού αντάρα, και παντού ξεψυχισμοί.
Ήταν τόσοι! Πλέον το βόλι εις τ' αυτιά δεν τους λαλεί.
'Ολοι χάμου εκείτοντ' όλοι εις την τέταρτην αυγή.
Σαν ποτάμι το αίμα εγίνη και κυλάει στη λαγκαδιά,
και το αθώο χόρτο πίνει αίμα αντίς για τη δροσιά.
Της αυγής δροσάτο αέρι, δεν φυσάς τώρα εσύ πλιο
στων ψευδόπιστων το αστέρι· φύσα, φύσα εις το ΣΤΑΥΡΟ!
Απ' τα κόκαλα βγαλμένη των Ελλήνων τα ιερά,
και σαν πρώτα ανδρειωμένη, χαίρε, ω χαίρε, Ελευθεριά!
Της Κορίνθου ιδού και οι κάμποι· δεν λάμπ' ήλιος μοναχά
εις τους πλάτανους, δεν λάμπει εις τ' αμπέλια, εις τα νερά.
Εις τον ήσυχον αιθέρα τώρα αθώα δεν αντηχεί
τα λαλήματα η φλογέρα, τα βελάσματα το αρνί.
Τρέχουν άρματα χιλιάδες σαν το κύμα εις το γιαλό,
αλλ' οι ανδρείοι παλληκαράδες δεν ψηφούν τον αριθμό.
Ω τρακόσιοι, σηκωθείτε και ξανάλθετε σε μας·
τα παιδιά σας θελ' ιδείτε πόσο μοιάζουνε με σας.
'Ολοι εκείνοι τα φοβούνται και με πάτημα τυφλό
εις την Κόρινθο αποκλειούνται κι όλοι χάνουνται απ' εδώ.
Στέλνει ο άγγελος του ολέθρου πείνα και θανατικό,
που με σχήμα ενός σκελέθρου περπατούν αντάμα οι δυο·
και πεσμένα εις τα χορτάρια απεθαίνανε παντού
τα θλιμμένα απομεινάρια της φυγής και του χαμού.
Κι εσύ αθάνατη, εσύ θεία, που ότι θέλεις ημπορείς.
εις τον κάμπο, Ελευθερία, ματωμένη περπατείς.
Στη σκια χεροπιασμένες, στη σκια βλέπω κι εγώ
κρινοδάχτυλες παρθένες οπού κάνουνε χορό.
Στο χορό γλυκογυρίζουν ωραία μάτια ερωτικά,
και εις την αύρα κυματίζουν μαύρα, ολόχρυσα μαλλιά.
Η ψυχή μου αναγαλλιάζει πως ο κόρφος καθεμιάς
γλυκοβύζαστο ετοιμάζει γάλα ανδρείας κι ελευθεριάς.
Μες στα χόρτα, τα λουλούδια, το ποτήρι δεν βαστώ·
φιλελεύθερα τραγούδια σαν τον Πίνδαρο εκφωνώ.
Απ' τα κόκαλα βγαλμένη των Ελλήνων τα ιερά,
και σαν πρώτα ανδρειωμένη, χαίρε, ω χαίρε, Ελευθεριά!
Πήγες εις το Μεσολόγγι την ημέρα του Χριστού,
μέρα που άνθισαν οι λόγγοι για το τέκνο του Θεού.
Σου 'λθε εμπρός λαμποκοπώντας η Θρησκεία μ' ένα σταυρό,
και το δάκτυλο κινώντας οπού ανεί τον ουρανό,
«σ' αυτό», εφώναξε, «το χώμα στάσου ολόρθη, Ελευθεριά!».
Και φιλώντας σου το στόμα μπαίνει μες στην εκκλησιά.
Εις την τράπεζα σιμώνει, και το σύγνεφο το αχνό
γύρω γύρω της πυκνώνει που σκορπάει το θυμιατό.
Αγρικάει την ψαλμωδία οπού εδίδαξεν αυτή·
βλέπει τη φωταγωγία στους Αγίους εμπρός χυτή.
Ποιοι είν' αυτοί που πλησιάζουν με πολλή ποδοβολή,
κι άρματ', άρματα ταράζουν; Επετάχτηκες εσύ!
Α, το φως που σε στολίζει, σαν ηλίου φεγγοβολή,
και μακρίθεν σπινθηρίζει, δεν είναι, όχι, από τη γη.
Λάμψιν έχει όλη φλογώδη χείλος, μέτωπο, οφθαλμός·
φως το χέρι, φως το πόδι, κι όλα γύρω σου είναι φως.
Το σπαθί σου αντισηκώνεις, τρία πατήματα πατάς,
σαν τον πύργο μεγαλώνεις, κι εις το τέταρτο κτυπάς.
Με φωνή που καταπείθει προχωρώντας ομιλείς:
«Σήμερ', άπιστοι, εγεννήθη, ναι, του κόσμου ο Λυτρωτής.
Αυτός λέγει, αφοκρασθείτε: "Εγώ ειμ' 'Αλφα, Ωμέγα εγώ·
πέστε, που θ' αποκρυφθείτε εσείς όλοι, αν οργισθώ;
Φλόγα ακοίμητην σας βρέχω, που, μ' αυτήν αν συγκριθεί
κείνη η κάτω οπού σας έχω, σαν δροσιά θέλει βρεθεί.
Κατατρώγει, ωσάν τη σχίζα, τόπους άμετρα υψηλούς,
χώρες, όρη από τη ρίζα, ζώα και δέντρα και θνητούς.
Και το παν το κατακαίει, και δεν σώζεται πνοή,
πάρεξ του άνεμου που πνέει μες στη στάχτη τη λεπτή"».
Κάποιος ήθελε ερωτήσει: Του θυμού Του εισ' αδελφή;
Ποιος είν' άξιος να νικήσει ή με σε να μετρηθεί;
Η γη αισθάνεται την τόση του χεριού σου ανδραγαθιά,
που όλην θέλει θανατώσει τη μισόχριστη σπορά.
Την αισθάνονται και αφρίζουν τα νερά, και τ' αγρικώ
δυνατά να μουρμουρίζουν σαν ρυάζετο θηριό.
Κακορίζικοι, πού πάτε του Αχελώου μες στη ροή
και πιδέξια πολεμάτε από την καταδρομή
να αποφύγετε; Το κύμα έγινε όλο φουσκωτό·
εκεί ευρήκατε το μνήμα πριν να ευρείτε αφανισμό.
Βλασφημάει, σκούζει, μουγκρίζει κάθε λάρυγγας εχθρού,
και το ρεύμα γαργαρίζει τες βλασφήμιες του θυμού.
Σφαλερά τετραποδίζουν πλήθος άλογα, και ορθά
τρομασμένα χλιμιντρίζουν και πατούν εις τα κορμιά.
Ποίος στο σύντροφον απλώνει χέρι, ωσάν να βοηθηθεί·
ποίος τη σάρκα του δαγκώνει όσο που να νεκρωθεί.
Κεφαλές απελπισμένες, με τα μάτια πεταχτά,
κατά τ' άστρα σηκωμένες για την ύστερη φορά.
Σβιέται -αυξαίνοντας η πρώτη του Αχελώου νεροσυρμή-
το χλιμίντρισμα και οι κρότοι και του ανθρώπου οι γογγυσμοί.
Έτσι ν' άκουα να βουίξει τον βαθύν Ωκεανό,
και στο κύμα του να πνίξει κάθε σπέρμα αγαρηνό!
Και εκεί πού 'ναι η Αγία Σοφία μες στους λόφους τους επτά,
όλα τ' άψυχα κορμία, βραχοσύντριφτα, γυμνά,
σωριασμένα να τα σπρώξει η κατάρα του Θεού,
κι απ' εκεί να τα μαζώξει ο αδελφός του Φεγγαριού.
Κάθε πέτρα μνήμα ας γένει, κι η Θρησκεία κι η Ελευθεριά
μ' αργό πάτημα ας πηγαίνει μεταξύ τους και ας μετρά.
Ένα λείψανο ανεβαίνει τεντωτό, πιστομητό,
κι άλλο ξάφνου κατεβαίνει και δεν φαίνεται, και πλιο
και χειρότερα αγριεύει και φουσκώνει ο ποταμός·
πάντα, πάντα περισσεύει· πολύ φλοίσβισμα και αφρός.
Α, γιατί δεν έχω τώρα τη φωνή του Μωυσή;
Μεγαλόφωνα την ώρα οπού εσβιούντο οι μισητοί,
το Θεόν ευχαριστούσε στου πελάου τη λύσσα εμπρός,
και τα λόγια ηχολογούσε αναρίθμητος λαός.
Ακλουθάει την αρμονία η αδελφή του Ααρών,
η προφήτισσα Μαρία, μ' ένα τύμπανο τερπνόν
και πηδούν όλες οι κόρες με τσ' αγκάλες ανοικτές,
τραγουδώντας, ανθοφόρες, με τα τύμπανα κι εκειές.
Σε γνωρίζω από την κόψη του σπαθιού την τρομερή,
σε γνωρίζω από την όψη που με βία μετράει τη γη.
Εις αυτήν, είν' ξακουσμένο, δεν νικιέσαι εσύ ποτέ·
όμως, όχι, δεν είν' ξένο και το πέλαγο για σε.
Το στοιχείον αυτό ξαπλώνει κύματ' άπειρα εις τη γη,
με τα οποία την περιζώνει, κι είναι εικόνα σου λαμπρή.
Με βρυχίσματα σαλεύει που τρομάζει η ακοή·
κάθε ξύλο κινδυνεύει και λιμνιώνα αναζητεί.
Φαίνετ' έπειτα η γαλήνη και το λάμψιμο του ηλιού,
και τα χρώματα αναδίνειτου γλαυκότατου ουρανού.
Δεν νικιέσαι, είν' ξακουσμένο, στην ξηράν εσύ ποτέ·
όμως όχι δεν είν' ξένο και το πέλαγο για σέ.
Περνούν άπειρα τα ξάρτια, και σαν λόγγος στριμωχτά
τα τρεχούμενα κατάρτια, τα ολοφούσκωτα πανιά.
Συ τες δύναμές σου σπρώχνεις, και αγκαλά δεν είν' πολλές,
πολεμώντας, άλλα διώχνεις, άλλα παίρνεις, άλλα καις.
Μ' επιθυμία να τηράζεις δύο μεγάλα σε θωρώ,
και θανάσιμον τινάζεις εναντίον τους κεραυνό.
Πιάνει, αυξαίνει, κοκκινίζει, και σηκώνει μια βροντή,
και το πέλαο χρωματίζει με αιματόχροη βαφή.
Πνίγοντ' όλοι οι πολεμάρχοι και δεν μνέσκει ένα κορμί·
χαίρου, σκιά του Πατριάρχη, που σε πέταξαν εκεί.
Εκρυφόσμιγαν οι φίλοι με τσ' εχθρούς τους τη Λαμπρή,
και τους έτρεμαν τα χείλη δίνοντάς τα εις το φιλί.
Κειες τες δάφνες που εσκορπίστε τώρα πλέον δεν τες πατεί,
και το χέρι οπού εφιλήστε πλέον, α, πλέον δεν ευλογεί.
'Ολοι κλαψτε· αποθαμένος ο αρχηγός της Εκκλησιάς·
κλάψτε, κλάψτε· κρεμασμένος ωσάν να 'τανε φονιάς!
'Εχει ολάνοικτο το στόμα π' ώρες πρώτα είχε γευθεί
τ' Άγιον Αίμα, τ' Άγιον Σώμα·λες πως θε να ξαναβγεί
η κατάρα που είχε αφήσει, λίγο πριν να αδικηθεί,
εις οποίον δεν πολεμήσει κι ημπορει να πολεμει
Την ακούω, βροντάει, δεν παύει εις το πέλαγο, εις τη γη,
και μουγκρίζοντας ανάβει την αιώνιαν αστραπή.
Η καρδιά συχνοσπαράζει. Πλην τι βλέπω; Σοβαρά
να σωπάσω με προστάζει με το δάκτυλο η θεά.
Κοιτάει γύρω εις την Ευρώπη τρεις φορές μ' ανησυχιά·
προσηλώνεται κατόπι στην Ελλάδα, και αρχινά:
«Παλληκάρια μου, οι πολέμοι για σας όλοι είναι χαρά,
και το γόνα σας δεν τρέμει στους κινδύνους εμπροστά.
Απ' εσάς απομακραίνει κάθε δύναμη εχθρική,
αλλά ανίκητη μια μένει που τες δάφνες σας μαδεί.
Μία, που όταν ωσάν λύκοι ξαναρχόστενε ζεστοί,
κουρασμένοι από τη νίκη, αχ, το νου σάς τυραννεί.
Η Διχόνοια που βαστάει ένα σκήπτρο η δολερή
καθενός χαμογελάει, "πάρ' το", λέγοντας, "και συ".
Κειο το σκήπτρο που σας δείχνει έχει αλήθεια ωραία θωριά·
μην το πιάστε, γιατί ρίχνει εισέ δάκρυα θλιβερά.
Από στόμα οπού φθονάει, παλληκάρια, ας μην πωθεί,
πως το χέρι σας κτυπάει του αδελφού την κεφαλή.
Μην ειπούν στο στοχασμό τους τα ξένη έθνη αληθινά:
"Εάν μισούνται ανάμεσό τους δεν τους πρέπει ελευθεριά".
Τέτοια αφήστενε φροντίδα· όλο το αίμα οπού χυθεί
για θρησκεία και για πατρίδα όμοιαν έχει την τιμή.
Στο αίμα αυτό, που δεν πονείτε για πατρίδα, για θρησκειά,
σας ορκίζω, αγκαλισθείτε σαν αδέλφια γκαρδιακά.
Πόσο λείπει, στοχασθείτε, πόσο ακόμη να παρθεί·
πάντα η νίκη, αν ενωθείτε, πάντα εσάς θ' ακολουθεί.
Ω ακουσμένοι εις την ανδρεία καταστήστε ένα Σταυρό
και φωνάξετε με μία: «Βασιλείς, κοιτάξτ' εδώ!»
Το σημείον που προσκυνάτε είναι τούτο, και γι' αυτό
ματωμένους μας κοιτάτε στον αγώνα το σκληρό.
Ακατάπαυστα το βρίζουν τα σκυλιά και το πατούν
και τα τέκνα του αφανίζουν και την πίστη αναγελούν.
Εξ αιτίας του εσπάρθη, εχάθη αίμα αθώο χριστιανικό,
που φωνάζει από τα βάθη της νυκτός: Να εκδικηθώ.
Δεν ακούτε, εσείς εικόνες του Θεού, τέτοια φωνή;
Τώρα επέρασαν αιώνες και δεν έπαυσε στιγμή.
Δεν ακούτε; Εις κάθε μέρος σαν του Άβελ καταβοά·
δεν ειν' φύσημα του αέρος που σφυρίζει εις τα μαλλιά.
Τι θα κάμετε; Θ' αφήστε να αποκτήσομεν εμείς
λευθεριάν, ή θα την λύστε εξ αιτίας πολιτικής;
Τούτο ανίσως μελετάτε ιδού εμπρός σας τον Σταυρό:
Βασιλείς, ελάτε, ελάτε, και κτυπήσετε κι εδώ!"».

"Διονύσιος Σολωμός"

ΦΩΤΟΡΕΠΟΡΤΑΖ: ΔΗΜΟΣ ΚΑΣΤΟΡΙΑΣ Το πράσινο των πάρκων έχει χρώμα καφε-κίτρινο

Αγνωστοι ξυλοκόπησαν τον Διοικητή της Τροχαίας Αθηνών – Μεταφέρθηκε χτυπημένος στο νοσοκομείο

ΜΕΤΑ ΑΠΟ ΠΟΡΕΙΑ ΣΤΟ ΚΕΝΤΡΟ ΤΗΣ ΑΘΗΝΑΣ


Φωτογραφία: Eurokinissi-ΠΑΝΑΓΟΠΟΥΛΟΣ ΓΙΑΝΝΗΣ
Φωτογραφία: Eurokinissi-ΠΑΝΑΓΟΠΟΥΛΟΣ ΓΙΑΝΝΗΣ
Θύμα άγριου ξυλοδαρμού από αγνώστους, έπεσε ο Διοικητής της Τροχαίας Αθηνών.
Ο Διοικητής της Τροχαίας Γιώργος Διαμαντόπουλος κινούταν πεζός στην οδο Μπενάκη και Πανεπιστημιου με τον αστυνομικό συνοδό του, καθώς εκτελούσε την υπηρεσία του στο κέντρο της Αθήνας, λόγω της πορείας υπέρ των προσφύγων, που βρισκόταν σε εξέλιξη.
Οπως μετέδωσε η ΕΡΤ, μόλις η συγκέντρωση τελείωσε, ο Διοικητής της Τροχαίας άρχισε περπατώντας να κατηφορίζει την οδό Πανεπιστημίου, με σκοπό να πάρει το αυτοκίνητό του και να επιστρέψει στην υπηρεσία του.
Φορώντας τη στολή του και ενώ περπατούσε στην οδό Πανεπιστημίου, έγινε αντιληπτός από μικρή ομάδα αγνώστων (πιθανότατα 4 άτομα). Αυτοί με πρωτοφανή βιαιότητα του επιτέθηκαν και άρχισαν με μπουνιές και κλωτσιές να τον χτυπούν στο κεφάλι και το πρόσωπο.
Ο διοικητής της Τροχαίας μεταφέρθηκε στο 401 στρατιωτικό νοσοκομείο, ενώ οι δράστες διέφυγαν στα στενά των Εξαρχείων.
Επεισόδια στο Πολυτεχνείο
Μετά το τέλος της πορείας, σοβαρά επεισόδια σημειώθηκαν στους δρόμους γύρω από το Πολυτεχνείο, με ομάδες νεαρών να πετούν βόμβες μολότοφ κατά των αστυνομικών.
Οι άνδρες των ΜΑΤ απαντούν με ρίψη χημικών, ενώ αναμένεται να φτάσει στο σημείο μεγαλύτερη δύναμη της αστυνομίας.

Πηγή: | iefimerida.gr